Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

Mια ανάποδη ημέρα !

Διήγημα για την υγιεινή διατροφή:
ΜΙΑ ΑΝΑΠΟΔΗ ΜΕΡΑ

Τη Δευτέρα το πρωί ξύπνησα στην ώρα μου, αλλά δε σηκώθηκα αμέσως για να μη φωνάζει η μητέρα μου. Έκανα για δέκα λεπτά τον κοιμισμένο κι ύστερα πετάχτηκα απ’ το κρεβάτι και πήγα στην τουαλέτα. Φυσικά δεν πλύθηκα, έριξα από μια σταγόνα νερό σε κάθε μάτι κι ύστερα, άπλυτος κι αχτένιστος κάθισα στο τραπέζι να φάω το πρωινό μου, φρέσκα γαριδάκια κατευθείαν απ’ το σακουλάκι. Μόλις είδα τη μητέρα μου έκανα το λάθος να της πω καλημέρα. Μου ξέφυγε, δεν το ήθελα, κι αυτή άρχισε να φωνάζει πως δεν έχω τρόπους και επιτέλους θα έπρεπε κάποτε να γίνω σαν την αδελφή μου που το πρωί δε μιλάει σε κανέναν και σκουντάει όποιον βρει στο δρόμο της.
«Με συγχωρείς», είπα. «Δε θα το ξανακάνω. Έχει κάτι άλλο να φάω εκτός από γαριδάκια;»
«Έχει δυο κομμάτια πίτσα στο ψυγείο. Θέλεις να σου τα ζεστάνω;»
Στο άκουσμα της πίτσας ένιωσα το στομάχι μου να ανακατεύεται.
«Μήπως υπάρχει καθόλου γάλα;»
Το βλέμμα της αγρίεψε.

«Ξέρεις πολύ καλά πως δεν κάνει να πίνεις γάλα κάθε μέρα. Είναι υγιεινό κι όλα τα παιδιά πρέπει να αποφεύγουν τις υγιεινές τροφές. Να σου βάλω να φας μια πάστα;»
«Δε θέλω πάστα», είπα γκρινιάζοντας. «Θέλω γάλα».
«Ααα! Μη με νευριάζεις. Όλοι οι συμμαθητές σου έχουν χαλασμένα δόντια. Μόνο τα δικά σου είναι γερά. Ξέρεις γιατί; Γιατί δεν τρως καθόλου καραμέλες και ζαχαρωτά».
«Δε μ’ αρέσουν οι καραμέλες και τα ζαχαρωτά».
«Να μάθεις να σ’ αρέσουν!» είπε θυμωμένη κι ύστερα με κοίταξε καχύποπτα. «Δε μου λες, έπλυνες τα δόντια σου;»
Δεν απάντησα. Μόνο χαμήλωσα το βλέμμα μου κι έβαλα ένα γαριδάκι στο στόμα. Η μητέρα μου σηκώθηκε εκνευρισμένη.
«Δε σου ’χω πει να μην πλένεις τα δόντια σου; Τι θέλεις επιτέλους; Να με τρελάνεις; Πότε θα γίνεις σαν τα υπόλοιπα φυσιολογικά παιδιά;»
Είχε δίκιο, αλλά αυτή η καινούρια οδοντόκρεμα ήταν τόσο νόστιμη που δεν μπορούσα ν’ αντισταθώ στη γεύση της. Έκανα μια κίνηση να σηκωθώ.
«Περίμενε λίγο», είπε η μητέρα μου. «Μη πας πάλι στην ώρα σου στο σχολείο και φωνάζει η δασκάλα».
Σε λίγο μπήκε στην κουζίνα ο πατέρας μου.
«Μη φοβάσαι, θα τον πάρω μαζί μου», είπε. «Θα κάνουμε πρώτα μια στάση στη θεία Αγγέλα κι έτσι θ’ αργήσει σίγουρα στο σχολείο».
Σηκώθηκα γιατί δεν άντεχα να φάω άλλα γαριδάκια και πήγα στο δωμάτιο να ετοιμάσω την τσάντα μου. Δεν έβαλα μέσα όλα τα βιβλία, μη νομίσει η δασκάλα πως είμαι επιμελής κι έτρεξα στο αυτοκίνητο του πατέρα μου. Κάθισα στο μπροστινό κάθισμα, χωρίς ζώνη ασφαλείας και κόλλησα το πρόσωπό μου στο μπροστινό τζάμι για να βλέπω καλύτερα. Η διαδρομή ήταν υπέροχη. Ο πατέρας μου έκανε όσες παραβάσεις μπορούσε. Πέρασε τρία κόκκινα, έκανε δύο επικίνδυνες προσπεράσεις και κόντεψε να πατήσει ένα πεζό που περνούσε από διάβαση. Φτάσαμε στο σχολείο με μεγάλη καθυστέρηση. Πετάχτηκα έξω απ’ τη μεριά του δρόμου, χωρίς να ελέγξω αν έρχεται αυτοκίνητο, χαιρέτισα τον πατέρα μου -ευτυχώς αυτός δε φωνάζει όταν τον χαιρετάω- κι έτρεξα για το σχολείο.
«Κάτι ξέχασες», με μάλωσε. «Δε θα βγάλεις το πανωφόρι σου;»
«Μα κάνει κρύο».
«Αν θέλεις ν’ αρρωστήσεις πρέπει να πηγαίνεις στο σχολείο χωρίς πανωφόρι».
Έβγαλα δυσαρεστημένος το πανωφόρι και το άφησα στο πίσω κάθισμα. Ο πατέρας μου πάτησε γκάζι και ξεκίνησε βιαστικά χωρίς να δώσει σημασία σε ένα αυτοκίνητο που ερχόταν απ’ την αντίθετη κατεύθυνση. Ευτυχώς ο άλλος οδηγός φρέναρε απότομα κι έτσι δεν έγινε σύγκρουση.
Μπήκα γρήγορα στο σχολείο, τρέμοντας απ’ το κρύο. Η κυρία είχε πάλι τα νεύρα της γιατί κάποιοι μαθητές είχαν διαβάσει το μάθημα κι είχαν κάνει όλες τις ασκήσεις. Μας είπε πως αν θέλουμε κάποτε να πουλάμε χαρτομάντιλα στο δρόμο, θα πρέπει να σταματήσουμε να διαβάζουμε στο σπίτι και για να μας κάνει να την πιστέψουμε άρχισε να διηγείται μια θλιβερή ιστορία για ένα παλιό της μαθητή, ο οποίος ήταν μελετηρός κι έκανε πάντα τις ασκήσεις του βιβλίου κι όταν μεγάλωσε κατάντησε να γίνει δικηγόρος κι ένας άλλος ακόμα χειρότερος που έλυνε όλα τα προβλήματα και σήκωνε πάντα το χέρι του να πει μάθημα, πήρε το στραβό δρόμο κι έγινε γιατρός.
Στενάχωρες οι ιστορίες της, μας μαύρισαν την ψυχή, ευτυχώς την επόμενη ώρα είχαμε γυμναστική και ξεχαστήκαμε. Η γυμνάστρια ενθουσιάστηκε μαζί μας, γιατί προσπαθούσαμε μισή ώρα να κάνουμε γραμμές χωρίς αποτέλεσμα. Ύστερα μας έβαλε να τρέξουμε δυο φορές το γύρο του γηπέδου. Λίγοι μόνο τα κατάφεραν, οι περισσότεροι έμειναν στο δρόμο, έτσι υπέρβαροι και δυσκίνητοι που είναι πώς να τα καταφέρουν; Ανάμεσα στους λίγους που τερμάτισαν ήμουν κι εγώ, ντρέπομαι που το λέω, στεναχώρησα τη γυμνάστρια, αλλά της υποσχέθηκα πως δε θα το ξανακάνω. Η γυμνάστρια μάς έδειξε το Στέφανο που είχε πέσει στα γόνατα και προσπαθούσε απελπισμένος να ανασάνει και μας είπε πως πρέπει να του μοιάσουμε αν θέλουμε να έχουμε χαμηλούς βαθμούς στη Γυμναστική.
Την τρίτη ώρα είχαμε Μουσική. Τραγούδησαμε όλοι τόσο παράφωνα που η κυρία δάκρυσε από συγκίνηση. Την ώρα των Μαθηματικών σηκώθηκα στον πίνακα να λύσω ένα πρόβλημα κι ευτυχώς είπα ψέματα πως δεν μπορούσα να το λύσω, όμως στη Γεωγραφία τα έκανα κυριολεκτικά μούσκεμα. Προσπάθησα να εξηγήσω στην κυρία πως δεν είχα διαβάσει τις χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης, απλώς τις ήξερα απ’ έξω. Δε με πίστεψε. Άρχισε μάλιστα να με κατηγορεί πως ήμουν ο πιο επιμελής μαθητής της τάξης και ο πιο συνεπής στις υποχρεώσεις του. Βαριά κουβέντα. Κοκκίνισα ολόκληρος. Οι συμμαθητές μου με κοίταξαν με συμπονετικό ύφος. Τι ανάποδη μέρα, Θεέ μου! Καλύτερα να μην είχε ξημερώσει ποτέ!
Το μεσημέρι η μητέρα μου μαγείρεψε μπιφτέκια με τηγανητές πατάτες.
«Πάλι τηγανητές πατάτες;» είπα με παράπονο. «Γιατί δεν κάνεις πια σπανακόρυζο;»
«Το σπανακόρυζο είναι υγιεινό φαγητό. Δεν πρέπει να το τρως κάθε μέρα. Συνεννοηθήκαμε;»
Δεν είχα κουράγιο ν’ αντιμιλήσω. Έφαγα βιαστικά και κλείστηκα στο δωμάτιο να παίξω υποτίθεται με το ηλεκτρονικό μου όμως προτίμησα ν’ ανοίξω κρυφά ένα λογοτεχνικό βιβλίο. Αλίμονό μου αν μ’ έπιανε η μητέρα μου. Τα λογοτεχνικά βιβλία απαγορεύονται στο σπίτι μας, όμως καμιά φορά αξίζει τον κόπο να διακινδυνεύεις κάνοντας πράγματα που σ’ αρέσουν. Το απόγευμα κάθισα να δω στην τηλεόραση «Κλωνοποιημένοι αστρομαχητές», ένα διασκεδαστικό πρόγραμμα με εξωγήινους που σκοτώνουν τους εχθρούς τους και τους κόβουν κομματάκια. Δεν άντεξα πολλή ώρα κι άλλαξα κανάλι να δω ένα ντοκιμαντέρ για τις φώκιες. Όμως η μέρα ήταν ανάποδη και σε μια ανάποδη μέρα συμβαίνουν όλα τα στραβά. Έτυχε να μπει στο δωμάτιο η μητέρα μου και μόλις με είδε άρχισε να φωνάζει πως πρέπει να απαγορευτούν κάτι τέτοιες εκπομπές που σκοπό έχουν να μορφώσουν και να ψυχαγωγήσουν τα παιδιά.
Κάπου διάβασα, δεν ξέρω αν είναι αλήθεια, πως υπήρχε μια εποχή που τα παιδιά έτρωγαν μόνο υγιεινές τροφές όπως γάλα, δημητριακά, γιαούρτι με μέλι, αυγοφέτες, φρούτα, ξηρούς καρπούς, κουλούρια, χωριάτικες τυρόπιτες και έπιναν φυσικούς χυμούς. Τα παιδιά τότε ήταν αδύνατα, γεροδεμένα, ευκίνητα, με όμορφα και γερά δόντια, με όρεξη για δουλειά και διαθέση για παιχνίδι. Έτρωγαν βέβαια και τότε βλαβερά φαγητά, όχι όμως κάθε μέρα όπως τρώμε εμείς. Δεν ξέρω για τους άλλους, εγώ πάντως βαρέθηκα να τρώω τροφές γεμάτες συντηρητικά, βλαβερά λίπη και άχρηστες θερμίδες. Βαρέθηκα τις πίτσες, τα χάμπουργκερ, τις προτηγανισμένες πατάτες, τα μπέικον, τις ζαμπονοκασερόπιτες και τα αναψυκτικά. Πεθύμησα, έτσι για αλλαγή, ένα σπανακόρυζο, μια φασολάδα, έστω ένα κρέας αλλά όχι πάλι με πατάτες. Θα το προτιμούσα με αρακά, φασολάκια ή ακόμα καλύτερα με πράσα. Το ξέρω, δεν είναι σωστό να τρώω τέτοια φαγητά γιατί κάνουν καλό στην υγεία μου όμως δεν αντέχω πια! Η ζωή μου έχει καταντήσει μαρτύριο. Πρέπει να με πιστέψετε…
Πηγή: https://otanimoundaskalos.wordpress.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια: